- δογματίζει
- δογματίζωlay down as an opinionpres ind mp 2nd sgδογματίζωlay down as an opinionpres ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
АЛЬБИН — АЛЬБИН (Ἀλβῖνος) (сер. 2 в. н. э.), греческий философ платоник, ученик Гая. Гален (De libr. pr. 9, 16, 14 15 Kühn) пишет, что переехал в Смирну (ок. 150) ради лекций врача Пелопса и платоника Альбина. А. пользовался авторитетом и в позднейшей … Античная философия
αντιδογματικός — ή, ό 1. ο αντίθετος με τα δόγματα 2. αυτός που δεν δογματίζει, που αποφεύγει τις αναιτιολόγητες διακηρύξεις ή γνώμες … Dictionary of Greek
ηθικολόγος — ο, η 1. αυτός που μιλά, που πραγματεύεται περί ηθικής, που διδάσκει τί πρέπει να κάνεις κανείς και τί όχι 2. αυτός που δογματίζει συστηματικά περί ηθικής, αυτός που συνηθίζει να σχολιάζει συστηματικά τις πράξεις τών άλλων από στενή ηθική άποψη… … Dictionary of Greek